αφαλός

αφαλός
ο και αφάλι, το
1. η κοιλότητα στο μέσο της κοιλιάς, ο ομφαλός
2. ο ομφάλιος λώρος
3. άξονας ή τρύπα στο μέσο εργαλείου κ.λπ. («ο αφαλός του ψαλιδιού, της ρόδας, της μυλόπετρας»)
4. η καντηλήθρα
5. φρ. α) «λύθηκε ο αφαλός μου» (από τα πολλά γέλια ή από φόβο)
6) σφυράει με τον αφαλό του» — λέει ανοησίες
γ) «του 'λυσα τον αφαλό στο ξύλο» — τον έδειρα πολύ.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ομφαλός, με προληπτική αφομοίωση του ο- σε α- και σίγηση του -μ- προ του -φ-].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужен реферат?

Look at other dictionaries:

  • άφαλος — ἄφαλος, ον (Α) [φάλος] (περικεφαλαία) χωρίς φάλους ή διακοσμητικά εξαρτήματα …   Dictionary of Greek

  • ἄφαλος — without masc/fem nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • αφαλός — ο ο ομφαλός (βλ. λ.) …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • ἄφαλον — ἄφαλος without masc/fem acc sg ἄφαλος without neut nom/voc/acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀφάλου — ἄφαλος without masc/fem/neut gen sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἄφαλοι — ἄφαλος without masc/fem nom/voc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ομφαλός — ομφαλός, ο και αφαλός, ο 1. μικρό κοίλωμα στο μέσο της κοιλιάς απ όπου ξεκινά ο ομφάλιος λώρος του εμβρύου και απ όπου τρέφεται τούτο, αλλ. αφάλι. 2. φρ., «Μου λύθηκε ο αφαλός από το γέλιο», γέλασα πολύ. «Θα σου λύσω τον αφαλό στο ξύλο», θα σε… …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • CASSIS — apub Virg. Aen. l. 11. v. 775. ubi de Chloreo Cybeles Sacerdote, Aureus ex humeris sonat arcus, et aurea vati Cassida Et Statium, Theb. l. 9. v. 700. Ast ubi pugnâ Cassis anhela calet galea est. Unde Cassis plebeia, apud Lucanum, l. 7. v. 586.… …   Hofmann J. Lexicon universale

  • CRISTA — I. CRISTA apud Virgilium, l. 9. Aen. v. 732. ubide Turno, tremunt in vertice cristae Sanguineae ornatus galeae est, qui illam admirabilem reddit, ut loquitur Etymologicum, Τὸ περιςςεϋον τῆς περικεφαλαίας ἀνάςτημα χάριν κόσμου καὶ καταπλήξεως.… …   Hofmann J. Lexicon universale

  • ORCI Galea — apud Homer. Il. ε. v. 845. ubi de Minerva, Δῦν᾿ Α᾿ΐδος κυνέην, μὴ μὰν ἴδοι ὄβριμος Α῎ρης. Inducit Orci galeam, ne ipsam videret potens Mars. Nebula est densissima, quâ se Dii condebant apud Poetas, cum conspicui esse nollent. Metaphorâ desumptâ a …   Hofmann J. Lexicon universale

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”